Όπως γνωρίζουμε, κάποιες φορές ένα παιδί μπορεί να γεννηθεί με μια «κατάσταση», μια ειδική εκπαιδευτική ανάγκη ή αναπηρία (σύγχρονοι ορισμοί), η οποία θα επηρεάσει με κάποιον τρόπο την ανάπτυξή του. Κάποιες άλλες φορές, αυτή η εκπαιδευτική ανάγκη ή αναπηρία δεν είναι εμφανής από τη στιγμή της γέννησης, αλλά παρουσιάζεται ως κάποιο εμπόδιο σε κάποιο αναπτυξιακό στάδιο του παιδιού καθώς μεγαλώνει, ανησυχώντας τους γονείς και τους γιατρούς.
Η πρώιμη παρέμβαση σημαίνει ακριβώς αυτό: να βρεθούν οι τρόποι, οι τεχνικές και οι συνθήκες, οι οποίες θα βοηθήσουν ένα παιδί με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες ή αναπηρία να αναπτύξει στο μέγιστο τις ικανότητές του και να είναι από μικρή ηλικία λειτουργικό μέσα στην οικογένεια με στόχο τη λειτουργικότητα στο σχολείο και τα υπόλοιπα περιβάλλοντα. Τομείς ανάπτυξης που ενισχύονται σημαντικά με την πρώιμη παρέμβαση: • Κινητική ανάπτυξη: η ικανότητα του παιδιού να κινείται, να παρατηρεί ήχους και οπτικά ερεθίσματα. • Γλωσσική ανάπτυξη: η ικανότητα του παιδιού να αρθρώσει λόγο, να χρησιμοποιήσει σωστό λεξιλόγιο, να επικοινωνήσει. • Κοινωνική και συναισθηματική ανάπτυξη: η ικανότητα του παιδιού να συμμετάσχει σε ομαδικά παιχνίδια και δραστηριότητες, να αναπτύξει κοινωνικές σχέσεις με άλλα παιδιά και δασκάλους, να εκφράσει τα συναισθήματά του. • Γνωστική ανάπτυξη: η ικανότητα του παιδιού να σκέφτεται, να αναλύει, να θυμάται και να μαθαίνει. Τα Γενετικά Σύνδρομα σχετίζονται με σοβαρές εξελικτικές βλάβες όπως Μαθησιακές δυσκολίες, διαταραχές Λόγου και Ομιλίας, προβλήματα επικοινωνίας και προσαρμογής, κτλ. Όταν κάνουμε λόγο για Σύνδρομο, εννοούμε μία κλινική εικόνα που χαρακτηρίζεται από πολλές εκδηλώσεις ασθενειών, οι οποίες έχουν κάποια συνάφεια μεταξύ τους. Όταν οι αιτίες του Συνδρόμου είναι γενετικής αιτιολογίας, τότε κάνουμε λόγο για Γενετικά Σύνδρομα. Τα στοιχεία που μας ενδιαφέρουν στα Γενετικά Σύνδρομα είναι: α) σωματικά χαρακτηριστικά, β) γνωστική (νοητική) εξέλιξη, γ) γλωσσική εξέλιξη, δ) κοινωνική εξέλιξη – ανεξαρτησία, ε) αποκλίσεις συμπεριφοράς. Τα Γενετικά Σύνδρομα προέρχονται από χρωμοσωμικές ανωμαλίες, σύμφωνα με τις οποίες έχουμε μεταλλαγές στον αριθμό και στη δομή των χρωμοσωμάτων ή στην απόκλιση ενός μόνο γονιδίου. Οι ανωμαλίες αυτές μπορεί να οφείλονται σε πολλούς παράγοντες, όπως π.χ. Σε βλαβερές επιδράσεις πάνω στο έμβρυο ή να εμφανίζονται τυχαία, όπως π.χ. Στο Σύνδρομο Down, όπου εμφανίζεται τρισωμία στο 21ο ζεύγος, οπότε το άτομο, αντί για 46 έχει 47 χρωμοσώματα στα κύτταρά του. RETT Τι είναι το σύνδρομο Rett; Το σύνδρομο Rett αποτελεί μία περίπλοκη γενετική νευρολογική διαταραχή, φυλοσχετιζόμενη με τα θήλεα (εμφανίζεται μόνο σε κορίτσια). Επηρεάζει την επικοινωνία και τις κινήσεις του σώματος. Συνηθέστερα συνδέεται με βαριά νοητική υστέρηση και κινητική αναπηρία. Ποια είναι τα πιο συχνά συμπτώματα; Τα μωρά με σύνδρομο Rett γενικά γεννιούνται μετά από μια φυσιολογική εγκυμοσύνη και τον τοκετό. Τα περισσότερα φαίνεται ότι θα αναπτυχθούν κανονικά και συμπεριφέρονται φυσιολογικά για τους πρώτους έξι μήνες. Μετά από αυτό το διάστημα, τα σημεία και τα συμπτώματα αρχίζουν να εμφανίζονται. Οι πιο έντονες μεταβολές εμφανίζονται γενικά στους 12 έως 18 μήνες της ηλικίας, σε μια περίοδο εβδομάδων ή μηνών. Τα συνήθη χαρακτηριστικά σε άτομα που φέρουν το σύνδρομο Rett συνοψίζονται ως εξής:
Άλλα συμπτώματα που φαίνονται συνήθως:
Πώς μπορεί να βοηθήσει η Λογοθεραπεία; Θεραπεία του συνδρόμου Rett απαιτεί μια ομαδική προσέγγιση, συμπεριλαμβανομένης της τακτικής ιατρικής περίθαλψης και φυσικά, την λογοθεραπεία. Η ανάγκη για υποστήριξη δεν τελειώνει όταν τα παιδιά μεγαλώσουν - είναι συνήθως απαραίτητη σε όλη τη ζωή. Η λογοθεραπεία μπορεί να βοηθήσει στη βελτίωση της ζωής ενός παιδιού με τη διδασκαλία τρόπων επικοινωνίας. ΕΓΚΕΦΑΛΙΚΗ ΠΑΡΑΛΥΣΗ Τι είναι Εγκεφαλική Παράλυση; Η Εγκεφαλική Παράλυση (Cerebral Palsy) είναι μια πάθηση του Κεντρικού Νευρικού Συστήματος και είναι ένας όρος που χρησιμοποιείται για να περιγράψει την κλινική εικόνα ενός ατόμου, που λόγω κάποιου εγκεφαλικού τραύματος αντιμετωπίζει προβλήματα στην κινητικότητα, των άνω ή / και κάτω άκρων και του κορμού του σώματος. Τι μπορεί να προκαλέσει εγκεφαλική παράλυση; Το μεγαλύτερο ποσοστό παιδιών με εγκεφαλική παράλυση, παθαίνουν εγκεφαλική παράλυση είτε κατά την εμβρυική περίοδο ή κατά τη διάρκεια του τοκετού Σε μερικές περιπτώσεις, η εγκεφαλική παράλυση προκαλείται κατά τη διάρκεια παραμονής του εμβρύου στη μήτρα. Μερικές κοινές αιτίες είναι :
Τα ελλιποβαρή μωρά είναι 100 φορές πιο πιθανόν να πάθουν εγκεφαλική παράλυση από τα βρέφη με κανονικά βάρος τη στιγμή της γέννησης. Ακόμη, σε μερικές περιπτώσεις, η εγκεφαλική παράλυση οφείλεται σε ιατρικά λάθη τη στιγμή της γέννησης. Σε αυτές τις περιπτώσεις, η εγκεφαλική παράλυση ξεκινά από την αρχή της ζωής του παιδιού. Για ένα μικρο ποσοστό 10-20% η εγκεφαλική παράλυση είναι επίκτητη (δηλ. επέρχεται μετά τη γέννηση όπως για παράδειγμα, μόλυνση ,μηνιγγίτιδα ή εγκεφαλίτιδα και τραυματισμός στο κεφάλι λ.χ. από πτώση ή χτύπημα. Ποια είναι τα συμπτώματα της εγκεφαλικής παράλυσης; Τα σημεία και συμπτώματα εμφανίζονται κατά τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας ή προσχολική ηλικία. Σε γενικές γραμμές, εγκεφαλική παράλυση προκαλεί :
Η επίδραση της εγκεφαλικής παράλυσης σε λειτουργικές ικανότητες ποικίλλει σημαντικά. Αναλυτικότερα τα χαρακτηριστικά που μπορεί να φέρουν άτομα με εγκεφαλική παράλυση είναι:
Ενώ δυνητικά μπορεί να υπάρχει επίπτωση στη νοημοσύνη ενός παιδιού, ανάλογα με το που εντοπίζεται η εγκεφαλική βλάβη, συνήθως τα άτομα με εγκεφαλική παράλυση έχουν φυσιολογική νοημοσύνη. Σε κάποιες περιπτώσεις όμως, η εγκεφαλική παράλυση μπορεί να συνοδεύεται και από άλλες παθήσεις όπως:
Πως αντιμετωπίζεται; Δεν υπάρχει θεραπεία για την εγκεφαλική παράλυση. Ωστόσο, η κλινική εικόνα και οι ικανότητες ενός παιδιού με εγκεφαλική παράλυση μπορούν να βελτιωθούν σε μεγάλο βαθμό, με ειδικές παρεμβάσεις όπως:
ΝΟΗΤΙΚΗ ΥΣΤΕΡΗΣΗ Τι είναι η Νοητική Υστέρηση; Η Νοητική Υστέρηση αναφέρεται σε μια παθολογική κατάσταση που εκδηλώνεται στην περίοδο ανάπτυξης, δηλαδή την περίοδο που αρχίζει από τη σύλληψη και φτάνει ως το 16ο έτος της ηλικίας,και εμφανίζεται ως κυρίαρχο ή δευτερεύον σύμπτωμα πολλών διαφορετικών διαταραχών και συνδρόμων.Το παιδί με Νοητική Υστέρηση χαρακτηρίζεται από νοητική ικανότητα χαμηλότερη από το μέσο όρο των παιδιών της ίδιας χρονολογικής ηλικίας. Παράλληλα το παιδί αυτό διαθέτει μειωμένη ικανότητα προσαρμογής, η οποία αντικατοπτρίζεται συνήθως στην ωρίμανση κινητικών και αντιληπτικών ικανοτήτων, δεξιοτήτων αυτοεξυπηρέτησης, στη μάθηση και στην κοινωνική ένταξη. Ποια είναι τα αίτια; Συνηθέστερα, η νοητική υστέρηση έχει γενετικό υπόβαθρο, δηλαδή, η αιτιολογία της αφορά το γενικό υλικό του ατόμου (χρωμοσώματα). Μερικές φορές, ωστόσο, οι ιδιαίτερα κακές συνθήκες διαβίωσης και το κοινωνικό, οικονομικό και μορφωτικό επίπεδο των γονέων μπορούν να επιδράσουν τόσο αρνητικά στην εξέλιξη ενός παιδιού, ώστε να εμφανίζει την λεγόμενη κοινωνική νοητική υστέρηση, με αιτιολογικούς παράγοντες στο περιβάλλον του παιδιού. Υπάρχουν πάνω από 1.000 γνωστά οργανικά αίτια νοητικής υστέρησης, παρόλα αυτά, στις περισσότερες περιπτώσεις ατόμων με νοητική υστέρηση, η αιτιολογία της δεν είναι γνωστή. Ιδιαιτέρως, σε ό,τι αφορά την ήπια νοητική υστέρηση, η αιτιολογία είναι γνωστή μόνο στο ένα τέταρτο (1/4) των περιπτώσεων. Πως μπορούμε να διαγνώσουμε τη Νοητική Υστέρηση; Η νοητική υστέρηση παρατηρείται (και διαγιγνώσκεται) πριν την ενηλικίωση (18ο έτος της ηλικίας). Ο πιο συνήθης τρόπος διάγνωσης της νοητικής υστέρησης στα παιδιά είναι η μέτρηση του λεγόμενου "Δείκτη Νοημοσύνης" ή αλλιώς του νοητικού πηλίκου. Ο δείκτης αυτός αποτελεί ένα σκορ (αποτέλεσμα) με το οποίο μετράται η νοημοσύνη. Γενικότερα, είναι κοινώς αποδεκτό ότι σκορ μικρότερα από 70 πόντους σε ένα τεστ νοημοσύνης αποτελεί ένδειξη νοητικής υστέρησης. Ταξινόμηση Ανάλογα με τη βαρύτητά της, η νοητική υστέρηση ταξινομείται ως εξής:
Σημείωση: Η ένδειξη ΔΝ αφορά τον δείκτης νοημοσύνης ή αλλιώς το νοητικό πηλίκο σε ένα τεστ μέτρησης της νοημοσύνης. Ποια είναι τα συμπτώματα που πρέπει προσέξουμε;
Πως μπορεί να βοθήσει η Λογοθεραπεία; Στα παιδιά με Νοητική Υστέρηση οι γλωσσικές δεξιότητες παρουσιάζουν διαφορές μεταξύ της κατανόησης της ομιλίας και της έκφρασης της και συνήθως έχουν μια λεκτική καθυστέρηση. Για όλα αυτά απαιτείται Λογοθεραπεία ώστε να καταφέρει να βελτιωθεί η εκφραστική τους δυνατότητα ΣΥΝΔΡΟΜΟ DOWN Τι είναι το σύνδρομο Down; Το σύνδρομο Down είναι μια γενετική διαταραχή που επηρεάζει τα χρωμoσώματα. Είναι η πιο συνηθισμένη χρωμοσωμική ανωμαλία μεταξύ των νεογνών που γεννιούνται ζωντανά. Εμφανίζεται σε περίπου 1 στα 700 ζώντα νεογνά.Οι κύριες εκδηλώσεις του Συνδρόμου Down είναι ανατομικές παραλλαγές, νοητική καθυστέρηση και καθυστέρηση στην ανάπτυξη και εξέλιξη του λόγου. Ποια είναι τα χαρακτηριστικά ατόμων με σύνδρομο Down; Χαρακτηριστικά γνωρίσματα των ατόμων με σύνδρομο Down είναι:
Τα παιδία με σύνδρομο Down εμφανίζουν επίσης :
Πώς μπορώ να βοηθήσω ένα παιδί με ΣD να εξελιχθεί; Τα παιδιά μαθαίνουν συνεχώς και είστε στην καλύτερη θέση, για να τα βοηθήσετε να αναπτύξουν τις δεξιότητες τους. 1. Απολαύστε το χρόνο που περνάτε μαζί με το μωρό σας - αυτό το βοηθά να μάθει και να βελτιωθεί σε πολλούς τομείς. 2. Γνωρίστε τις συνήθειες του και τις προτιμήσεις του, τα πράγματα που του αρέσουν και αυτά που δεν του αρέσουν. 3. Δείξτε του ότι ενδιαφέρεστε για τα συναισθήματα του, τα ενδιαφέροντα του και τις ανάγκες του. 4. Να του μιλάτε διαρκώς και να παίζετε δημιουργικά παιχνίδια μαζί του. 5. Διαβάστε του πολλά παραμύθια. 6. Οργανώστε ένα υλικό με εικόνες από καθημερινά αντικείμενα, όπου θα στοχεύουν στην ανάπτυξη λεξιλογίου. Πως μπορούμε να παρέμβουμε θεραπευτικά; Δεν υπάρχει ριζική θεραπεία του συνδρόμου Down. Η οικογένεια μπορεί να εντάξει το άτομο απο πρώιμο χρονικό διάστημα σε πλαίσια αποκατάστασης των διαταραχών που παρουσιάζει. Για παράδειγμα, να παρακολουθείται στενά απο καρδιολόγο αν έχει καρδιακά προβλήματα, να κάνει φυσικοθεραπεία αν εμφανίζει διαταραχές στο μυοσκελετικό σύστημα, να παρακολουθεί λογοθεραπευτικές συνεδρίες αν εμφανίζει γνωστικές ή / και γλωσσικές διαταραχές κ.α. Τα παιδιά με σύνδρομο Down έχουν ένα ευρύ φάσμα δυνατοτήτων και μπορεί κάποιες φορές παρά τις διανοητικές τους δυσκολίες να μπορούν να σταθούν δίπλα σε παιδιά που δεν εμφανίζουν το σύνδρομο |